ΜΑΡΙΚΑ ΛΥΣΙΑΝΘΗ
Η 5η Σεπτεμβρίου του 1997 ήταν η ημέρα μιας εθνικής δικαίωσης. Ή τουλάχιστον, έτσι πιστεύαμε, όταν ο τότε πρόεδρος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, Χουάν Αντόνιο Σάμαρανκ, ανακοίνωσε ότι η Αθήνα θα ήταν η πόλη που θα φιλοξενούσε τη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004.
Υπό αυτή την έννοια, η 6η Σεπτεμβρίου εκείνου του έτους, ήταν ο πρόλογος της εθνικής ανάτασης, που έμελλε ωστόσο να εξελιχθεί στη μεγάλη και ιστορικά χαμένη ευκαιρία για την Ελλάδα.
Μια χώρα η οποία μετά από πέντε χρόνια μπήκε στον πυρήνα της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης, για να βρίσκεται σήμερα στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Όχι μονάχα της οικονομικής, αλλά ευρύτερα της πολιτικής, κοινωνικής και ηθικής απαξίωσης, στα πρόθυρα της παραίτησης από το υποχρεωτικό καθήκον κάθε γενιάς να δίνει μάχες για την πρόοδο και την ευημερία, έστω κι αν οι μάχες αυτές μοιάζουν εκ των πραγμάτων χαμένες.
Η ανάθεση των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα, ήταν ευχή, που αποδείχτηκε «κατάρα». Η χώρα δεν στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων. Δεν γίναμε καλύτεροι. Δεν συνεχίσαμε από εκεί που μας άφησε η λήξη των Αγώνων. Η Ελλάδα ξέπεσε. Από πρωταγωνίστρια και φάρος διεθνούς ενδιαφέροντος, κατάντησε η χλεύη των… Φινλανδών, και πάσης φύσεως δανειστών.
Φυσικά και υπάρχουν ευθύνες. Πολιτικές αλλά και ατομικής ευθύνης. Η κληρονομιά των Αγώνων, που είναι αέναη, θα έπρεπε να κινητροδοτήσει τη μετεξέλιξη της Ελλάδας σε μια χώρα που αγκαλιάζει την καινοτομία και τα νέα ρεύματα σκέψης, και τα μπολιάζει με την πολιτισμική κληρονομιά και την κουλτούρα μιας ιστορίας που ξεκινάει από πολύ πίσω, και προσδοκά να φτάσει πολύ μακριά.
Στην πραγματικότητα, οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Αθήνας σηματοδότησαν μια «παρένθεση ευημερίας» για λίγους και μοιραίους. Τη λεγόμενη «καθεστηκυία τάξη» της χώρας, σε πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο, που πέρασε καλά. Εις βάρος του μέλλοντός μας…
statesmen.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου