Τετάρτη 16 Ιουλίου 2014

Ο Φλιπεράνθρωπος του Σνίτσελ

Ο Βαγγέλης Βενιζέλος δεν είναι ούτε γιαρμάς ούτε ένας από
μας. Αποτελεί μια τρανή, διπλόφαρδη ενσάρκωση
φιλοσοφικού λόγου.
Μόνος ένας Φρειδερίκος Σνίτσελ (όπως τον έχουν αποκαλέσει τον αείμνηστο Γερμανό στοχαστή σε πρωινάδικο της δεκαετία του '90) θα μπορούσε να ανταποκριθεί στο μέγα στοίχημα της παρουσίασης τούτης της προσωπικότητας σε κείμενο. Με ένταση, πάθος και αίμα. Πολύ αίμα. Καυτό. Σαν αυτό που τρέχει άφθονο από τους φορολογούμενους. «Από όλα όσα έχουν γραφτεί, αγαπώ μόνο αυτό που γράφει κανείς με το αίμα του», απεφάνθη ο Νίτσε. Μπορεί αυτό να γραφόταν κι από ένα σνίτσελ αλλά αυτό θα αναλυθεί σε άλλη καταχώρηση. Ο Βαγγέλης ματώνει (ψυχολογικά) για κάτι που ο δημιουργός του «Ζαρατούστρα» έβαλε τα δυνατά του να μας πείσει ότι αξίζει: Για τη βούληση της δυνάμεως. Ο Βαγγέλης απέκτησε και δύναμη (δανεική, αλλά δεν μας απασχολεί ούτε αυτό τώρα) και βούληση. Την βούληση, ως όρο, την παρεξήγησε λιγουλάκι και την μεταβόλισε σε βουλιμία αλλά τουλάχιστον του έμεινε κι αυτή – χωρίς να πρέπει να τη δηλώσει σε Ε2 ή Ε9. Ούτε φορολογείται η βουλιμία, παρόλο που σε βοηθάει πολύ να γεμίσεις το στομάχι σου με ύλη και το πουγκί σου με λίρες και ριάλια.

Τότε που τα καρπούζια δεν ήταν κολοκύθια. (Ένα ταξίδι 50 χρόνια πίσω).

Έφυγα για λίγο από την αστική βρώμα. Ταξιδάκι σε μέρη γνωστά αλλά άγονα και γι αυτό ξεχασμένα. Εκεί που κυκλοφορούσε ο Παν. Εκεί που είχε τα λημέρια του ο Θοδωρής. Στα όρη, στ’ άγρια βουνά, στις ράχες, στα λαγκάδια.

Γήινος χρόνος ταξιδιού 2,5 ώρες (από την Αθήνα). Φαίνεται όμως ότι διάβηκα κάποια χρονοθυρίδα και βρέθηκα ... 50 χρόνια πίσω!

Συμμαχία Μπόμπολα - Μαρινάκη

Όταν προεκλογικά «σάρωνε» ο Βαγγέλης Μαρινάκης και η ομάδα του τα μέσα ενημέρωσης που τον «έγλυφαν» από πάνω μέχρι κάτω ήταν πολλά. Κυρίως όχι παραδοσιακά έντυπα και εφημερίδες αλλά εκείνα που ο εφοπλιστής ελέγχει τα τελευταία χρόνια.

Κι όμως, ένα παραδοσιακό τζάκι, επιχειρηματικό και εκδοτικό, που κανονικά θα έπρεπε να απειλείται από τον Μαρινάκη, τον στήριξε με νύχια και με δόντια. Ο λόγος για τον Πήγασο του Μπόμπολα ο οποίος είτε με τη ναυαρχίδα του το Έθνος είτε με το Mega, έκανε πολλές αβάντες στον σωτήρα από τον Πειραιά, παρά το γεγονός ότι θα μπορούσε να πει κανείς πως είναι ένας άξιος αντίπαλος.

Οι τελευταίοι

Λύπη μόνο για αυτά που θεωρούσαμε ότι θα είναι πάντα εκεί να μάς περιμένουν, όπως οι σπαρμένοι κίονες σε όλες τις γωνιές της Ελλάδας, που πλέον ούτε σαν τουρίστες δεν θα μπορούμε να τους προσκυνήσουμε. Μεσοτοιχία στα μέτρα του ανθρώπου αρχαίοι ναοί με το υπερπολυτελές τερατούργημα ενός κακομοίρη Κινέζου που θα βάλει τον πολύχρωμο Δράκο του να πάρει την δόξα του μαυροντυμένου Μινώταυρου.

Δάκρυ μόνο για αυτά που βουβά έπεφταν όπως τα δέντρα στην Ιερισσό, όπως οι φωλιές των αγριογούρουνων και τα μονοπάτια των ζαρκαδιών για το χρυσάφι που οι Δυτικοί στιβάζουν στα αμπάρια των πλοίων τους σαν νέοι Φρανθίσκο Πιθάρρο. Αυτοβαφτιστήκαμε εμείς Δυτικοί δίνοντας το λαιμό ανυπεράσπιστων θαυμάτων της ελληνικής φύσης ως λάφυρο.