Του Μόσχου Εμμ. Λαγκουβάρδου
Μια ιστορία του Γεωργιανού συγγραφέα, του αποκληθέντος «πατέρα της Γεωργίας» Σουλκχάν- Σαμπά Ορμπελιάνι λέει ότι κάποτε ζούσε ένας φιλόσοφος γνωστός για τη μόρφωση και τη σοφία του. Μια μέρα εγκατέλειψε την πόλη, έστησε τη σκηνή του στην έρημο, όπου σκεπτόταν και προσευχόταν μέσα στη μοναξιά και τη γαλήνη. Υπήρξαν ακόμα κι άλλοι έξι φιλόσοφοι πολύ μορφωμένοι, που ωστόσο δεν κατάφεραν να δώσουν τη σωστή έννοια σε μια λέξη και πήγαν να ζητήσουν τη γνώμη του ερημίτη.
Ποια να ήταν άραγε αυτή η λέξη; Πολλοί θα έλεγαν ότι η λέξη αυτή ήταν η «πόλις». Ποια είναι η σωστή έννοια της πόλης; Ποιος θα μπορούσε να ξέρει καλύτερα από ένα φιλόσοφο που εγκατέλειψε την πόλη και πήγε να ζήσει στην έρημο; Η αμφισβητούμενη έννοια πρέπει να είναι η έννοια της πόλης.
Κυριακή 8 Ιανουαρίου 2012
Τι κοινωνικοί εταίροι μωρέ;
Της Λιάνας ΚΑΝΕΛΛΗ
Αυτές οι γιορτές που κύλησαν μέσα σε μια αδιόρατη ψυχικά λάσπη, ένα επίστρωμα συγκρατημένης μελαγχολίας στην καλύτερη περίπτωση, αφήνοντας τη γεύση που έχει όχι απλώς το πολυδιαφημισμένο και ανακριβές «τέλος εποχής» αλλά το πραγματικό τέλος των ψευδαισθήσεων, κάτι από τη γλυκόπικρη γεύση του τελευταίου τσιγάρου που παραχωρείται ως ανθρώπινο δικαίωμα στους μελλοθάνατους, είχαν και μια εξίσου αδιόρατη δημιουργικότητα. Μας προετοίμασαν καλά, καθώς περίσσεψε λίγος ανθρώπινος χρόνος ξεκούρασης, για την επανέναρξη και μάλιστα πανηγυρικά των εχθροπραξιών του ήδη μαινόμενου πολέμου.
Η σκέψη, αναγκαστική άμυνα σε συναισθηματικές φορτίσεις (πως να μην τις έχεις όταν άνθρωποι δίπλα σου πεθαίνουν κυριολεκτικά σαν τα σκυλιά στ' αμπέλι, χωρίς περίθαλψη, συχνά και χωρίς καμιά αξιοπρέπεια, γονείς να καταρρέουν στην προσπάθεια να γεμίσουν ένα τραπέζι γιορτινό με τα στοιχειώδη, νέοι έτοιμοι να λακίσουν από τη ζωή γιατί δεν έμαθαν να κοιτάνε πέρα από τ' ακροδάχτυλά τους...) ήρθε και φόρτωσε το 2012 στις πλάτες μας χωρίς μεν πανικό, αλλά ως πλήρες αδιέξοδο στην όψη.
Αυτές οι γιορτές που κύλησαν μέσα σε μια αδιόρατη ψυχικά λάσπη, ένα επίστρωμα συγκρατημένης μελαγχολίας στην καλύτερη περίπτωση, αφήνοντας τη γεύση που έχει όχι απλώς το πολυδιαφημισμένο και ανακριβές «τέλος εποχής» αλλά το πραγματικό τέλος των ψευδαισθήσεων, κάτι από τη γλυκόπικρη γεύση του τελευταίου τσιγάρου που παραχωρείται ως ανθρώπινο δικαίωμα στους μελλοθάνατους, είχαν και μια εξίσου αδιόρατη δημιουργικότητα. Μας προετοίμασαν καλά, καθώς περίσσεψε λίγος ανθρώπινος χρόνος ξεκούρασης, για την επανέναρξη και μάλιστα πανηγυρικά των εχθροπραξιών του ήδη μαινόμενου πολέμου.
Η σκέψη, αναγκαστική άμυνα σε συναισθηματικές φορτίσεις (πως να μην τις έχεις όταν άνθρωποι δίπλα σου πεθαίνουν κυριολεκτικά σαν τα σκυλιά στ' αμπέλι, χωρίς περίθαλψη, συχνά και χωρίς καμιά αξιοπρέπεια, γονείς να καταρρέουν στην προσπάθεια να γεμίσουν ένα τραπέζι γιορτινό με τα στοιχειώδη, νέοι έτοιμοι να λακίσουν από τη ζωή γιατί δεν έμαθαν να κοιτάνε πέρα από τ' ακροδάχτυλά τους...) ήρθε και φόρτωσε το 2012 στις πλάτες μας χωρίς μεν πανικό, αλλά ως πλήρες αδιέξοδο στην όψη.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)